Κυριακή 17 Μαρτίου 2013

Ε-σκού-τσα-μι…



Πριν από αρκετά χρόνια ασχολιόμουν και με τα πολιτιστικά. Της γειτονιάς μου. Μέσω του Πολιτιστικού Συλλόγου του       Κόκκινου Μετοχιού. Κάθε Απόκριες διοργανώναμε 3 μεγάλες εκδηλώσεις, για όλο το τότε Δήμο Ελευθερίου Βενιζέλου. Σε συνεργασία με τον Πολιτιστικό Σύλλογο του  Νεροκούρου. Υπό την «αιγίδα» του Δήμου, φυσικά. Ήταν μια μεγάλη γιορτή μασκαρεμένων μικρομέγαλων παιδιών, τα «Παπούδια» στον Άγιο Γεράσιμο κάθε Καθαρή Δευτέρα και το «Κυνήγι του κρυμμένου θησαυρού». Μεταδιδόταν ζωντανά από την ΕΡΑ Χανίων και παιζόταν μέσα στα Διοικητικά όρια του Δήμου.

Η «αιγίδα» όμως του Δήμου, ήθελε και άλλα πράγματα. Μεγαλεπήβολα. Όπως τη διοργάνωση και πραγματοποίηση Αποκριάτικου Καρναβαλιού. Εφάμιλλο των Σουδιανού, Βατολακιανού και Καλυβιανού. Ήταν σε μεγάλες δόξες τότε. Με άρματα και σύγχρονα μασκαροειδή, να  ακολουθούν χοροπηδώντας. Με διαπασών μουσική υπόκρουση από μπαμπολέϊο, ντζομπί-ντζομπά, μπιμ-μπιμ Μαρία και άλλα παραδοσιακά της Βραζιλίας και της σάμπας.
Μαζευτήκαμε λοιπόν για να το συζητήσουμε. Τα 2 Διοικητικά Συμβούλια, οι εθελοντές και ο Αντιδήμαρχος. Ο «υπεύθυνος» επί των πολιτιστικών. Κοκκινομετοχιανός. Αλλά, γόνος μεγάλης, τρανής και ξιπασμένης φαμίλιας. Με πολλά παρακλάδια. Κουμπαριές και συμπεθέρια. Εξ ου και οι ψήφοι εκλογιμότητας στις κορυφάδες της Καποδιστριακής Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η σχέση του με πολιτισμό, ξεκινούσε από τα σκυλάδικα των Τσικαλαριών και τελείωνε με την εφαρμοσμένη ζωγραφική από σφαίρες σε ανθρώπινα σώματα. Με ενδιάμεση στάση μια γεωργιαλίδικη φοράδα. Άφησε έργο όμως. Ένα μαρμάρινο μνημείο στις Μουρνιές. Το χρυσοπληρώθηκε βεβαίως, ως εργολάβος-έμπορος μαρμάρων. Διόρισε και το κανακάρη του. Στο Δήμο. Οδηγό του σκουπιδιάρικου. Οδηγό με άποψη όμως.

 Παράδειγμα; Για το που θα μπαίνουν και πόσοι οι κάδοι απορριμμάτων.
Τις ημέρες που είχαν προηγηθεί της συνάντησης, είχα σκεφτεί κάποια πράγματα. Η δουλειά, δουλειά και η σκέψη, σκέψη. Βοήθησε και το μάσημα  τσίχλας. Όπως πάντα. Με την τροφοδοσία του εγκεφάλου, αρκετής ποσότητας οξυζενέ. Είχα προλάβει να κάνω και μία προεργασία. 

Από τους αμαξάδες που εκείνη την εποχή έκαναν πιάτσα στο Ενετικό λιμάνι, οι 4 ήταν από το Κόκκινο Μετόχι.  Το απόγευμα της ημέρας που θα ορίζαμε ως «Καρναβαλική», θα γύριζαν τις γειτονιές του Δήμου. Σε κάθε άμαξα θα ήταν και από ένας λυράρης με τη παρέα του. Θα τραγουδούσαν Κρητικά Αποκριάτικα  τραγούδια. Θα τους ακολουθούσαν με τα πόδια μικρές παρέες «Κουκούγερων». Στο τέλος, θα κατέληγαν όλοι μαζί στο χώρο όπου θα γινόταν η Κεντρική Αποκριάτικη εκδήλωση. Θα στηνόταν ένα γλέντι τρικούβερτο. Με τους λυράρηδες και τη Δόμνα Σαμίου. Είχα ψάξει και βρει το τηλέφωνο της. Είχα μιλήσει μαζί της. Της άρεσε η ιδέα μου. Μου επέτρεψε να το συνεχίσω. Απλώς ήθελε να γνωρίζει έγκαιρα την ημερομηνία διεξαγωγής της εκδήλωσης. Για χρήματα δεν μιλήσαμε.
Όσο τους ανέλυα την πρόταση μου, με κοιτούσαν με γουρλωμένα μάτια. Ο αρχοντολεβέντης, μια βαριά, απαξιωτική ξινάδα στο πρόσωπο την είχε.  Σιγά μη φέρναμε την αφορεσμένη. (Με τα «Αποκριάτικα» της, γινόταν εκείνη την εποχή η σχετική  αναθεματική – αφοριστική αναμπουμπούλα.) Να αφορέσουνε και μας; Αν ήταν να κάναμε κάτι, γιατί να μην φέρναμε το Ρέμο. Μια 6η εξαδέλφη του αρχοντοπαλίκαρου, ήταν γειτόνισσα με μια συμπεθέρα της μαμάς του Αντώνη. Που ήταν και καλό παιδί. Ντόμπρο. Λεφτά δεν θα μας έπαιρνε. Καραντί. Θα κλείναμε τα «Ζαμάνια» και από τα λεφτά που θα βγάζαμε θα πληρώναμε και τους αμαξάδες. Γιατί, τσάμπα δεν θα το κάνανε. Αμαξάς και ο ίδιος!
Δεν μίλησα ξανά. Ούτε δέχτηκα να συμμετέχω σε οποιαδήποτε μορφή αποκριάτικης εκδήλωσης, που δεν θα είχε να κάνει με την Ελληνική Παράδοση. Αργότερα ξανατηλεφώνησα στη Δόμνα Σαμίου. Της είπα την αλήθεια. Η καταδεκτικότητα και η απλότητα της μου το επέτρεψαν. Την ευχαρίστησα και της ζήτησα συγνώμη. Ντροπιασμένος.

 Το «Κυνήγι του κρυμμένου Θησαυρού», που διοργάνωσα, μόνος μου, εκείνη τη χρονιά ήταν το τελευταίο. Ο «κρυμμένος θησαυρός» ήταν ο Κώστας Μουντάκης.  Στο Δελτίο Τύπου αλλά και στη ραδιοφωνική διαφήμιση γινόταν κατά κόρον, λόγος για πολλές και μεγάλες εκπλήξεις. 


Μία από αυτές θα ήταν Βραζιλιάνες ημίγυμνες χορεύτριες. Τοποθετημένες σε κάποιο σημείο της διαδρομής του παιχνιδιού. Το σημείο που τις έβαλα να χορεύουν σάμπα και να κάνουν μπάνιο ήταν στα ερείπια των Ρωμαϊκών Λουτρών που υπάρχουν λίγο μετά την Αγία Βαρβάρα, πηγαίνοντας προς Βαντέ. Στη πάνω μεριά του ποταμού.
Όταν το  μετέδωσα από το Ραδιόφωνο, έγινε χαμός. Τα Λουτρά δεν ήξεραν που ήταν. Έψαχναν, στα τυφλά, να ακούσουν σάμπες και να δουν Βραζιλιάνες. Περνούσαν από τα καφενεία των Μουρνιών, ρωτούσαν  και όλοι μαζί, ερωτώντες και ερωτώμενοι, συμμετέχοντες και μη, έψαχναν τις Βραζιλιάνες. Όχι τα Ρωμαϊκά Λουτρά. Φυσικά Βραζιλιάνες δεν υπήρχαν….

Το τραγούδι, που ακολούθησε την αναγγελία αυτού του σημείου της διαδρομής ήταν "ο ναυαγός". Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Που κατάλαβε.
Στο τέλος του παιχνιδιού, στην αυλή της ΕΡΑ Χανίων,  με τη λήξη του παιχνιδιού, στήθηκε πανηγύρι μεγάλο. Ένα μέρος του μάλιστα μεταδόθηκε  ζωντανά. Με τα τραγούδια του Μουντάκη…..

3 σχόλια:

Afrikanos είπε...

Όι μόνο σα Χανιώτης αλλά και σα Μουρνιανός, κάτι είχε πάρει το ούς μου, που 'λεγε κι ο σχωρμένος ο παππούς μου...

ουάν-σαπόνα-τσάιμ δεν λες τίποτα...


Υ.Γ. Αν είχαμε ακόμα το πατρικό του πατέρα μου στον Μαχαλέ, θα 'θελα να σε φιλέψω τσικουδιά στην αυλή ντου :)
Καλή Σαρακοστή Νίκο μου!

ΠΑγιαυλάς ΝΙΚΟΣ είπε...

Ευχαριστώ και ανταποδίδω φίλε. Μικρός που είναι ο κόσμος έ;

Afrikanos είπε...

Μια πατουχιά γης :)